- πλυσταριό
- τοχώρος για πλύσιμο.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Μουσείο, Εθνογραφικό Πάφου (Κύπρου) — Το μουσείο στεγάζεται σε ένα διώροφο αρχοντικό του 1894 (Έξω Βρύσης 1, Πάφος). Πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα δείγματα αστικής αρχιτεκτονικής του τέλους του 19ου αι. στην Πάφο, το οποίο αγοράστηκε το 1957 από το συλλέκτη Γ. Σ. Ηλιάδη, για… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Λαογραφικό Σάμου — Η δημιουργία του μουσείου είναι αποτέλεσμα προσπαθειών που οργανώθηκαν και συντονίστηκαν από το Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου υπό την επωνυμία Νικόλαος Δημητρίου. Το μουσείο λειτουργεί από το 1997 και σκοπό έχει να δώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα της… … Dictionary of Greek
πλυντήριο — το 1. μέρος όπου γίνεται η πλύση, το πλυσταριό. 2. μηχάνημα για το πλύσιμο των ρούχων, των πιάτων: Η αγορά διαθέτει πολλά είδη πλυντηρίων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)